Ντρέπομαι.
Γράφω πάντα για τον Μάρκο, τον δεύτερο γιό μου και ποτέ για τον πρωτότοκό μου τον Πέτρο. Λές και αγαπώ περισσότερο τον δεύτερο απο τον πρώτο. Ομως συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Το πρώτο μου αγοράκι το λάτρεψα απο τη στιγμή που το πήρα στα χέρια μου, παρόλο το παίδεμα για να γεννηθεί στο τέλος μου κάνανε καισαρική εξαιτίας του. Το έσφιξα το αγοράκι μου στην αγκαλιά μου και λές και ξαναγεννήθηκα. Οτι ήθελε ας γίνει αρκεί να έχω το γιό μαζί μου. Νόμιζα.
Ομως τα πράγματα δεν ήταν έτσι. Το αγοράκι μου απο μικρό έδειχνε τάσεις ανεξαρτησίας. Ποτέ δεν ήθελε να το παραχαϊδεύω, να το πνίγω στις αγκαλιές και στα φιλιά, ούτε νοιαζόταν αν θα του έφερνα απο το εξωτερικό τον ουρανό με τ’ αστρα, προτιμούσε να παίζει με τα γειτονόπουλα μπάλα ή μονομαχίες με σανίδια απο τα διπλανά γιαπιά. Του άρεσαν τα αεροπλανάκια και τα αυτοκινητάκια, όμως ήθελε να τα λύνει και να τα ξανα-φτιάχνει. Ετσι του έπαιρνα lego και αργότερα συναρμολογούμενα. Μετά του αγόρασα τον Μικρό Χημικό και χώθηκε μέσα στο σπίτι να κάνει πειράματα. Και τι δεν μας έφτιαξε! Κρέμες για τα χέρια, ασετόνμε μαλακτικό για τα νύχια, κολώνιες με δικά του αποστάγματα.. και δώστου να συνεχίζω να τον λούζω με την αγάπη μου. Αφήστε πια τον μπαμπά του, μονίμως κατουρημένος για τον γιό που ήταν και αριστούχος..στα πάντα πρώτος. Ετσι όταν ήρθε ο Μάρκος στον κόσμο, ο Πέτρος ήταν ήδη 10 ετών. Δεν πολυ νοιαζόμανσταν για το δεύτερο αγοράκι που ήταν αγγελούδι, ούτε μίλαγε, ούτε λάλαγε. Αργότερα βέβαια μάθαμε ότι είχε δυσλεξία..τρέξαμε λίγο αλλά ο μεγάλος τον βοήθησε να το ξεπεράσει. Γενικά ο Πέτρος ήταν ο φύλακας άγγελος του Μάρκου, ήταν ο μπαμπάς του και η μαμά του μαζί. Εμείς νοιαζόμασταν περισσότερο για τον Πέτρο.
Και μετά ήρθε η εποχή της πίκρας, του πόνου, της οδύνης. Στα καλά καθούμενα όταν το παιδί μας αμέριμνο περπατούσε στο πεζοδρόμιο ένας μεθυσμένος οδηγός τον παρέσυρε. Τον χτύπησε άσχημα. Εμεινε στο νοσοκομείο 1 χρόνο, ευτυχώς δεν ήταν Ελλάδα τότε, είχε πάει στο εξωτερικό να κάνει μεταπτυχιακά. Αν ήταν στην Ελλάδα θα είχε πεθάνει. Χρειάστηκε 1 χρόνο για να μπορέσει να ξαναπερπατήσει, είχε τραυματισθεί και στη σπονδυλική στήλη. Πήρα άδεια απο τη δουλειά μου και κάθισα κοντά του για αυτό το διάστημα. Λεφτά μου έστελναν κρυφά, πότε ερχόταν ο άντρας μου και μου άφηνε λεπτά, πότε τα αδέλφια μου, πότε ο Μάρκος. Βαποράκια είχαν γίνει ΄λολοι για να ζούμε ο γιός μου κατάκοιτος σε ένα ειδικό νοσοκομείο για ορθοπεδικά ατυχήματα, εγώ σχεδόν κάθε μέρα κοντά του. Ετσι άρχισα να καπνίζω. Ηταν η μόνη μου ίσως σανίδα σωτηρίας.
Οταν ο Πέτρος ξαναπερπάτησε διαπιστώσαμε ότι το ένα του πόδι δεν λειτουργούσε. Δεν λύγιζαν οι αρθρώσεις γιατί οταν έδινε σήμα ο εγκέφαλος για περπάτημα, το νεύρο που δεχόταν το σήμα για το συγκεκριμμένο πόδι είχε καταστραφεί. Το άλλο πόδι λειτουργούσε λίγο καλύτερα. Χρειάστηκε άλλος ένας χρόνος ειδική φυσιοθεραπεία σε πισίνες για να επανέλθει το ένα πόδι σχεδόν τελείως και να «ξυπνήσει » λίγο το αχρηστευμένο. Ολα αυτά γίνανε στην Αγγλία βέβαια. Στο ενδιάμεσο τελείωσε το μεταπτυχιακό του βέβαια γιατί το Πανεπτιστήμιο έστελνε τους καθηγητές με τις σημειώσεις τους στο νοσοκομείο για να μη χάνει ο γιός μου τα μαθήματα. Χωρίς να τους το ζητήσουμε, και χωρίς να τους πληρώνουμε, ερχόντουσαν κοτζάμ καθηγητές και του κάνανε ιδιαίτερο στο θάλαμο που τον είχαν ξαπλωμένο. Αλλοι κόσμοι!
Μετά γυρίσαμε Ελλάδα. Μέναμε τότε σε διώροφη μονοκατοικία, με τη βοήθεια πατερίτσας άρχισε να ανεβοκατεβαίνει τις σκάλες..στην αρχή αργά μετά γρήγορα. Επιασε και δουλειά αμέσως σχεδόν, άρχισε να οδηγεί το αυτοκίνητό του που του το φτιάξαμε να το ελέγχει με το χέρι (γκάζι-φρένο-ήταν ήδη αυτόματο) δεν ήθελε να μας επιβαρρύνει ποτέ. Εμείς σταθήκαμε και ακόμη στεκόμαστε κοντά του σε ό,τι μας ζητήσει. Κάναμε το καθήκον μας όπως πιστεύαμε. Αλλά
διαπίστωσα με πικρία ότι έρριξα όλη μου την προσοχή στον Πέτρο και ακόμη τη ρίχνω και κατά κάποιο τρόπο «έχω ρίξει» ανεπανόρθωτα τον Μάρκο. Η σύγκριση μοιραία γίνεται, πάντα ο δεύτερος δεν ήταν σαν τον πρώτο. Εμεινε ο Μάρκος δύο φορές στην ίδια τάξη, μία στο Δημοτικό και μία στη Δευτέρα Γυμνασίου όχι γιατί ήταν βλάκας, έμεινε απο τις απουσίες. Ολο κοπάνες και βόλτες με τα μηχανάκια ήταν. Ηταν όμως πολύ ωραίος και τσαχπίνης, τον κυνηγούσαν όλα τα κορίτσια. Δεν μαζευόταν αυτό το παιδί. Για να μπεί στο Πολυτεχνείο φτύσαμε οικογενειακώς αίμα, τα ιδιαίτερα του τα έκανε ο Πέτρος, τα βράδυα που γύριζε απο τη δουλειά του κατάκοπος, δεν ξάπλωνε έκανε ιδιαίτερα στο μικρό του αδελφό. Τελικά μπήκε στη σχολή και έκανε 10 χρόνια να πάρει το δόλιο το πτυχίο. Και το πήρε πάλι σπρώχνοντας απο την Α που βιαζόταν να παντρευτεί – 8 χρόνια δεσμό την είχε την κοπέλλα. Στραβώθηκε αυτή η κοπέλλα να παντρευτεί έναν γυναικά, τι κατάλαβε άραγε; Εκανε και παιδιά μαζί του, ανάμεσα απο τα άπειρα κερατώματα. Φόβοι.
Φοβόμουνα μήπως ο Πέτρος μου δεν παντρευτεί, τους αναπήρους στην Ελλάδα τους δαχτυλοδείχνουν, σαν να είναι τέρατα για τσίρκο. Διαψεύτηκα. Και παντρεύτηκε και καλή γυναίκα πήρε που τον αγαπά. Κατά κάποιο τρόπο καταλάγιασε η ψυχή μου που το παιδί δεν ταλαιπωρείτε. Ομως ακόμη και τώρα, τον Πέτρο προτιμώ.
Η αμαρτία μου.