Ηχω

Αφουγκράζομαι τους ήχους της πόλης που μισοξυπνάει. Τα παιδιά κοιμούνται στο δωμάτιό τους και εγώ ελαφροπατώντας πίνω τον καφέ μου (χωρίς καφεϊνη-αλλη μία απώλεια) στο μπαλκόνι τους με το κομπιουτερ στα γόνατά μου και τη γάτα δίπλα μου να με κυττάει χαδιάρικα. Ναί, θα σου ξύσω το κεφαλάκι μόλις τελειώσω τις ρουφυξιές μου. Η καμπάνα της εκκλησίας χτυπάει επτά φορές. Σε μισή ώρα σηκώνονται τα παιδιά και εγώ σαν Σταχτομπούτα θα πρέπει να έχω εξαφανισθεί. Δεν μπορώ να πώ στο γιό μου ότι έρχομαι σπίτι του για να γράφω μπλόγκ γιατί θα θέλει να το διαβάσει. Αυτό θα με κατατροπώσει και εκείνον θα στενοχωρέσει. Οχι, πρέπει να βιαστώ.

Το τιμημα των ευχάριστων διακοπών το πληρώνεις όταν επιστρέψεις στην απρόσωπη πόλη. Οταν κυλιόμουνα στους οντάδες της Μαργαρώς ή τα βράδυα στα σεντόνια με τον Β που είχε όρεξη, όταν η γλώσσα μου πήγαινε ροδανι με τη Μαργαρώ να γελάμε και να κουτσομπολεύουμε όλο τον κόσμο και το κομπιούτερ ούτε που πέρασε απο το νού μου τόσο σαν ύπαρξη όσο σαν συνήθεια, όταν οι εικόνες της ζωής περνούσαν σαν τις σφαίρες απο εμπρός μου (τον εμφύλιο μιά χαρά τον έζησα) είναι πολύ επίπονη η επιστροφή στη σιωπή.

Οταν γυρίσαμε απο τη Καρδίτσα βρήκαμε σκορποχώρι. Ο Μάρκος άφαντος, η γυναίκα του απούσα και της Βίκης το σπίτι κλειδαμπαρωμένο. Ρώτησα και έμαθα. Τα εγγόνια μου είχαν σταλεί στο νησί, να περάσουν διακοπές με τους συμπέθερους, τα παιδιά της Βίκης είχαν πάει στους παπούδες τους, στον πρώην συνέταιρο και τα τρία γαϊδούρια διακόπευαν σε ταξείδι εξωτικό, πήγαν λέει στην Κούβα για 10 μέρες και μετά θα πήγαιναν για άλλη μία εβδομάδα στη Τήνο . Το τρίο Στούτζες. Που παλιά μας έκανε να γελάμε πολύ αλλά ποτέ να κλαίμε. Γράψε το ανάποδο εδώ. Φοουντώνω απο αγανάκτηση και ο Β με χαπακώνει μετά γιατί μου ανεβαίνει η πίεση. Ετσι ρίχνω πασιέντζες και γράφω στα κρυφά κατεβατά. Και εδώ και αλλού. Οπως η ζωή μου ένα ποδι στο εδώ και ένα στο αλλού. Φυγές. Αν μπορούσα θα κυλιόμουνα στο σέξ μέχρι να πέσω κάτω. Αλλά δεν μπορώ πιά, αγκομαχώ πολύ και ο Β φοβάται. Είναι εγωϊστής παρόλλο το κυνήγι του ποδόγυρου – δεν θέλει να μείνει μόνος.

Πνίγομαι και δεν φταίει η άπνοια. Χθές μάλωσα και με τη θεία της Μ, μιά παλιόγρια είναι χειρότερη απο εμένα, κακομαθημένη και γλωσσού. Συνέχεια μου χτυπάει ότι είμαι «δεύτερη» επειδή δούλευα για να ζήσω, ενώ εκείνη που ήταν «πρώτη» τη θρέφανε και συνέχεια άπλωνε το χέρι για λεφτά. Της τα είπα ένα χεράκι και βρόντηξα και τη πόρτα πίσω μου. Μετά μου έσυραν ο Πέτρος και ο Β τα εξ αμάξης, γιατί η θεία έκανε σκηνή στη Μ, έπεσε κάτω αφρίζοντας και την τρέχανε στα Νοσοκομεία. Τη βρώμα!

Αφουγκράζομαι τους ήχους της πόλης. Τον σκουπιδιάρη που μαζεύει τα ξεχασμένα μας, τα λεωφορεία, τα πουλάκια που μόλις άρχισαν τις γύρες. Δεν θα πάμε στο νησί της συμπεθέρας φέτος, δεν έχει χώρο για εμάς, φιλοξενεί επ’ αόριστον το γιό της Βάσως που είναι ακόμη στο ψυχιατρείο. Τώρα άρχισε να παίρνει λίγο βάρος, η ανορεξία κόπασε. Η καημένη.

Στράγγιξα τον καφέ, το φλυτζάνι δεν θα το γυρίσω ανάποδα να περιμένω να δώ τη μοίρα μου. Τι μου απομένει απο τη μοίρα μου. Πάω να το πλύνω.

Καλημέρα σας

8 σκέψεις σχετικά με το “Ηχω

  1. Και πολυ αρφησες οπως λεει και η Τανιλα, μωρε.. καλα κανω εγω και δεν την χωνεψα ποτε την ξυπασμενη.

    Μωρέ λένα μου…Καιρό τώρα θέλω να σε ρωτήσω και, συγνώμη… αλλά θα σκάσω αν δεν το κάνω!
    Γιατί πας στο σπίτι των παιδιών για να γράφεις; γιατί δεν παίρνεις δικό σου υπολογιστή στο σπίτι σου να γράφεις ότι ώρα θέλεις;

  2. Ξυπόλητή μου, είχαμε με τον Β παλιά υπολογιστή και χάλασε απο τους ιούς. Μετά είπαμε να μη ξαναπάρουμε. Μετά έπαθα νευρικό κλονισμό επειδή πέθανε αγαπημένο μου πρόσωπο. Αρχισα χάπια για το πόνο της κατάθλιψης. Πήγαινα καθημερινά με το μετρό στο σπίτι της νύφης μου που με δεχόταν και με απασχολούσε και την έβλεπα να κάθεται στον υπολογιστή, να γράφει και να της γράφουν.
    Ενδιαφέρθηκα και μου έδειξε τι είναι μπλόγκ.
    Εγινε λοιπόν το μπλόγκ το μυστικό μας.
    Και τώρα πάλι το μυστικό μου είναι. Κανείς δεν ξέρει ότι γράφω. Κανείς δεν υποψιάζεται τι κάνω, ότι έχω μιά άλλη ζωή, αλλού. Οτι, έχω μία διέξοδο, ότι μιλάω με νέους στη καρδιά ανθρώπους και ότι ακούω τις συμβουλές τους.

    Αν πάρω υπολογιστή, τελείωσα. Ο Β θα ξανακάθεται εκεί με τις ώρες και θα κατεβάζει τσόντες. Και θα βλέπει και που πηγαίνω.
    Η διέξοδος αυτή θέλω να μείνει έτσι.

  3. xaxaxa Θα κατεβάζει τσόντες;;;
    Κατάλαβα τώρα Λενιώ μου, το θέμα είναι να κάνεις αυτό που σε ευχαριστεί.

    Μου δημιουργήθηκε άλλη μια απορία όμως εχθές, δεν ήθελα όμως να στις πω όλες μαζί χαχα

    Έγραψες ότι…Γράφεις εδώ, και αλλού, αυτό το αλλού θέλω να μάθω, αν φυσικα θελεις.
    Ξέρεις ότι τρελαίνομαι να σε διαβάζω, δεν θέλω λοιπόν να χάνω τίποτα από τα όσα τόσο όμορφα διηγήσαι. Σε φιλώ.

Σχολιάστε