Πώς περάσατε το σαββατοκύριακο? Εμείς καλά. Μιά χαρά αν εξαιρέσουμε το καρφί που μάζεψε η ρόδα του αυτοκινήτου όταν είμασταν στο ΙΚΕΑ. Πάλι στο ικεα πήγαμε για δεύτερο σαββατοκύριακο, έχουμε όλοι την εβδομάδα να πάμε αλλά ο Β, δεν θέλει, πιστεύει οτι όταν πηγαίνει όλος ο κόσμος έχουν τις καλύτερες προσφορές. Και το καρφί μέσα στις προσφορές ήταν, θες δε θές, το παίρνεις.
Το λάστιχο μας έπιασε στην Αττική Οδό, ευτυχώς γιατί η οδική βοήθεια ήρθε γρήγορα. Ξεφορτώσαμε τα σανίδια, ράφια, ντουλάπια, κουζινικά που είχαμε πάρει και μέσα στη ντάλα άλλαξε το παιδί το λάστιχο. Ξαναφορτώσαμε, πήγαμε στο βουλκανιζατέρ, ξεφορτώσαμε, επιδιόρθωσε το λάστιχο, ξαναφορτώσαμε, πήγαμε σπίτι όπου ξεφορτώσαμε.
Ειχα πάρει κατεψυγμένο μπακαλιάρο για τη Κυριακή, ο Β ήθελε βέβαια φρέσκο, τον έστειλλα στον ψαρά της γειτονιάς οπου γύρισε χολωμένος και χωρίς ψάρια, είχε τσακωθεί για τις τιμές που ξαφνικά ανέβηκαν λόγω των ημερών. Και ενώ λέγαμε ότι το Σάββατο θα είναι ήσυχο, τρέχαμε στο Νοσοκομείο. Γιατί όταν βγάλανε το καρφί απο το λάστιχο, ο Β το έβαλε στην τσέπη του για σουβενίρ. Στην πουλότσεπη – ξέρετε εκείνη μπροστά αριστερά. Και το ξέχασε. Και σε κάποια φάση μεσημεριάτικα Κυριακής, αφού είχαμε αποφάει όλοι μαζί, και αντίστοιχα χαλαρώσει, πετάγεται επάνω ουρλιάζοντας αχ βάχ «καρφώθηκα» να φωνάζει και να μην καταλαβαίνει κανείς τι λέει, άσε τι εννοεί, αλλά είδα σταγόνες αίμα και λέω, ένα γιατρό γρήγορα. Τον βουτάει ο Μάρκος τον μπαμπά του και πάνε σε ένα Νοσοκομείο όπου ο γιατρός υπηρεσίας θα βρήκε θέμα να εξιστορεί και να πεθαίνουν ομαδικά στα γέλια, για το πώς ο παπούς εμφανίσθηκε με καρφί φυτεμένο στο πέος του. Και που να ήτανε και Πάσχα.
Του το βγάλανε το καρφί, τον απολύμαναν, τον μαντηλόδεσαν, του δώσανε λίγη αντιβίωση και τον ξαπέστειλλε ο γιατρός χαμογελώντας με την παράκληση «προσέχτε τι βάζετε πού στις τσέπες κύριε». Πάλι αποχή θα έχουμε..